Η απόφαση για Κωνσταντινούπολη πάρθηκε γρήγορα: πάμε κάπου διαφορετικά, κάπου πέρα από τον δυτικό κόσμο! Ε όχι και εντελώς, πάμε κάπου να τα συνδυάζει λιγάκι, κάπου να χαθούμε αλλά αν όντως χαθούμε να μπορούμε να βρούμε και τον δρόμο μας. Ναι αλλά η πόλη είναι τεράστια, που να πρωτοπάς πέρα από τα κλασσικά αξιοθέατα? Εμ για αυτό έχουμε τον Αγγελή εκεί, τόσο καιρό γυροφέρνει στα στενά της και θα μοιραστεί μαζί μας κανα δυο κρυμμένα μυστικά.
Λεωφορείο και αεροπλάνο συναντήθηκαν στο Ατατούρκ, διαμονή στο υπέροχα διακοσμημένο Santa Hill με θέα την αδιάκοπη κίνηση της Tarlabasi Bulvari, λίγη μεσημεριανή ξεκούραση και η πρώτη βόλτα αποφασίστηκε: κάθοδος της Istiklal με αφετηρία την πλατεία Ταξίμ. Ζαλιστήκαμε από τον κόσμο, μαγαζιά παντού και δεξιά αριστερά στενάκια με διάφορα μικρά μαγαζάκια που σίγουρα κάτι καλό θα έκρυβαν. Κάπου δεξιά στην ψαραγορά φάγαμε θεσπέσιο σουβλάκι (καλαμάκι για άλλους) με μύδια. Τους υπόλοιπους μικροπωλητές φαγητών τους δοκιμάσαμε άλλες μέρες. Συνεχίζοντας σε έναν ακόμα καλντερίμι - πεζόδρομο γεμάτο με μαγαζάκια από μουσικά όργανα καταλήξαμε τυχαίως στον πύργο του Γαλατά. Η Πόλη από ψηλά είναι ακόμα πιο μεγαλοπρεπής, ουρανοξύστες στο βάθος, γειτονιές και σπιτάκια το ένα πάνω στο άλλο αλλού, Βόσπορος, Κεράτιος, όλα απλωμένα σαν gozleme από αυτές που έφτιαχναν κάτι κυρίες στην βιτρίνα υπέροχου εστιατορίου κάπου δίπλα από το πάρκο Gulhane, όπου αράξαμε στις μαξιλάρες και φάγαμε σαν πασάδες.
Αναμιγνύοντας τις επόμενες μέρες από εδώ και πέρα, έχουμε και λέμε: Αγιά Σοφιά, Μπλε Τζαμί, Τοπκαπί, Μεγάλη Αγορά, βόλτα στον Βόσπορο στην δύση του ήλιου (για να είναι και πιο εντυπωσιακή η γέφυρα του Βοσπόρου με τα φώτα που αλλάζουν χρώμα), είδαμε τα πιο βασικά αξιοθέατα και σε κάθε κενό το roaming έπαιρνε φωτιά: Αγγελήηηηηηη που να πάμε? τι να φάμε? Αχ αυτά τα παιδιά θα σκέφτηκε, δεν το μελέτησαν το Αngelis and the Ιstanbul. Οπότε μας συνάντησε κάπου στα Εξάρχια / Κολωνάκι της Πόλης (λέμε τώρα), το Cihangir και με μια μικρή όμορφη βόλτα στους γύρω δρόμους, καθήσαμε για τσαγάκι σε έναν δρόμο-βεράντα: μπροστά μας το τζαμί Nusretiye, η θάλασσα και η περιοχή του Σουλταναχμετ στο βάθος. Φωταγωγημένα και με γεύση πορτοκάλι παρακαλώ.
Φυσικά η πρώτη μας ερώτηση-απαίτηση ήταν “θέλουμε ένα ωραίο πρωινό!” και ο Αγγελής μας αποζημίωσε: Lades και με το μενού στα Τούρκικα, απλά δώσαμε το σκονάκι-παραγγελία και καταβροχθίσαμε τα πιάτα μας ορεξάτοι. Το ίδιο απόγευμα πήγαμε στο Cemberlitas, γνωστό και μεγάλο χαμάμ για μια ώρα χαλάρωσης, ζέστης και ξεκούρασης. Βέβαια το μασάζ δεν το φαντάζεσαι από τον μουστακαλή ονόματι θαρρώ Γιουνούς (σ.Α. που σημαίνει παρεπιμπτόντως και δελφίνι) ο οποίος με λίγη ακόμα πίεση θα με έκανε κοντοσούβλι και κιοφτέδες, αλλά εντέλει η δουλειά έγινε σύντομα έπινα ήδη το τσαγάκι μου στον κεντρικό θάλαμο υποδοχής. Με ένα ακόμη τηλέφωνο κανονίσαμε και την βραδινή διασκέδαση. Και τι διασκέδαση!
Τρεις Τούρκοι και ένας Έλληνας αποτελούν τους Tatavla Κeyfi και οι μουσικές τους μετέτρεψαν εύκολα το Kumbara σε ένα ρεμπέτικο πάρτι, η μικρή πίστα γεμάτη ενώ εμείς χορεύαμε επι τόπου. Χίλια ευχαριστώ και στην Alev που έκανε τα πάντα να μας βολέψει και τα κατάφερε! Μετά από τόσο αυθεντικό τσακίρ κέφι η βραδιά (όπως και κάθε βραδιά) έκλεισε με γλυκό: σιροπιαστά, καζάν ντιπί αλλά κυρίως αυτό το αιθέριο ονειρικό παραδεισένιο ριζόγαλο, να αναπληρώσει το χαμένο ζάχαρο της ημέρας. Μέχρι το επόμενο μεσημεριανό κιουνεφέ βέβαια.
Οι θεοί βοήθησαν και η φωνή του roaming πήρε ξανά σάρκα και οστά μπροστά μας. Έτσι ξεκινήσαμε με τον Αγγελή για μια βόλτα από το Πατριαρχείο, το επιβλητικό κτίριο της Μεγάλης του Γένους Σχολής και σε γειτονιές μικρές, γεμάτες απλούς θρησκευόμενους ανθρώπους και παιδιά στους δρόμους, μαγαζιά με απίστευτα υπερπαραγωγές - νυφικά, κρεοπωλεία, πλανόδιους πωλητές και πολλές μπούρκες.
Ο Αγγελής μας ανέβασε στο τζαμί του Yavuz Sultan Selim, ένα τζαμί ψηλά, με θέα την πόλη και όμορφο κήπο με παγκάκια τριγύρω, αλλά τελικά μια παρέα από διαβολάκους πιτσιρίκους ολίγον τι φωνακλάδες δεν μας άφησε να απολαύσουμε με την ησυχία του. Τα τείχη του υδραγωγείου μας οδηγήσανε στο προαναφερθέν κιουνεφέ (είδος σιροπιαστού κανταϊφιού με γέμιση dil peyniri, κάτι σαν κασέρι) με παγωτό φιστίκι που ήταν πραγματικά fistikicious, συνοδευόμενο ξανά από τσάι και τούρκικο καφεδάκι. Οπότε με ένα καλό χαρμάνι ναργιλέ θα κατέληγε όμορφα το απόγευμα, τουμπεκί ψιλοκομμένο δεν ξέρω αν ήτανε αλλά μια χαρά ξεχαρμανιάσαμε, χαλαρώσαμε και συζητήσαμε περί -καπνού μέσω- υδάτων και ανέμων. Χαιρετίσαμε τον Αγγελή δίνοντας ένα αόριστο ραντεβού επανασυνάντησης στην Πόλη που τον κέρδισε.
Το βραδινό μας σερβιρίστηκε σε ένα τεράστιο ταψί-τραπέζι κάπου στα στενά της Istiklal και μετά ακολούθησε μπυρίτσα παραδίπλα, βλέποντας δυο τύπους (φωνή-κιθάρα κ σαξόφωνο) που έδιναν τον καλύτερο τους εαυτό ξεσηκώνοντας το λιγοστό κοινό. Live εκεί που δεν το περιμένεις! Άντε μια πουτίγκα βανίλια ακόμα και λέμε το τελευταίο καληνύχτα στη Πόλη.
Φυσικά και φεύγοντας είπαμε “θα ξαναπάμε”, τέτοια Πόλη δεν βλέπεται έτσι απλά και γρήγορα. Πήραμε μια πρώτη γεύση, ένα μικρό ορεκτικό για να ακολουθήσουν ακόμα περισσότερα γιαουρτλού κεμπάπ και σάντουιτς με ψάρι.
ΥΣ. Τόσο τσάι που ήπια, θα μου φαίνεται παράξενο πλέον το τιμόνι στα αριστερά.